~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
"Καθόμουν και έκλαιγα για την Ελλάδα. Παναγιά μου βοήθα και αυτή τη φορά τους Έλληνες". Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

ΕΛΛΑΔΑ - ΜΝΗΜΕΙΑ - Αρχαιολογικοί χώροι και Μνημεία στην Ελλάδα. Ελληνικός Πολιτισμός

ΕΛΛΑΔΑ - ΜΝΗΜΕΙΑ - Αρχαιολογικοί χώροι και Μνημεία στην Ελλάδα. Ελληνικός Πολιτισμός
ΕΛΛΑΔΑ - ΜΝΗΜΕΙΑ - Αρχαιολογικοί χώροι και Μνημεία στην Ελλάδα. Ελληνικός Πολιτισμός


Μετάφραση [Translate]

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018

Ο ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

    ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ   



Αγαπητέ κ. Αϊβαλή, καλημέρα σας
Επ’ ευκαιρία της εθνικής επετείου σας αποστέλλω κείμενό μου για το Νικηταρά.
Με εκτίμηση
Αγαθή Γρίβα

~~~~~~~~~~~~~

Ο ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

Μια από τις ηρωικότερες μορφές της Επανάστασης του 1821 υπήρξε ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστός με το προσωνύμιο Νικηταράς, μεγεθυντικό του βαπτιστικού του ονόματος και δηλωτικό της σωματικής του ρώμης και των μεγάλων πολεμικών επιτυχιών του. Ανιψιός και δεξί χέρι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο Νικηταράς πολέμησε σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης σε Μοριά και Ρούμελη, εκεί όπου κάθε φορά τον καλούσαν οι ανάγκες του Αγώνα και τού όριζαν οι εντολές του θρυλικού θείου του.
Ταχύς, ακαταπόνητος, ριψοκίνδυνος και μαχητικός αλλά και σεμνός και ανιδιοτελής κέρδισε νωρίς το σεβασμό των άλλων οπλαρχηγών, την αγάπη των συναγωνιστών του και το θαυμασμό ολόκληρου του αγωνιζόμενου έθνους.
Τις λαμπρές του νίκες, την αφοβία του και την εκπληκτική ταχύτητα των ποδιών του έκανε τραγούδι ο λαός. Στα τρίκορφα μες στην κορφή Κολοκοτρώνης ρίχνει ορδί Το Νικηταρά φωνάζει και τους Τούρκους τους τρομάζει Που’ σαι ορέ Νικηταρά που’ χουν τα πόδια σου φτερά Μες τους κάμπους πας κοιμάσαι και τους Τούρκους δε φοβάσαι.
Ο Νικηταράς, γεννήθηκε το 1782 στο χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα (σημερινή Νέδουσα) στις υπώρειες του Ταϋγέτου προς την πλευρά της Καλαμάτας. Τα παιδικά του χρόνια όμως  τα έζησε στο χωριό Τουρκολέκα της τότε επαρχίας Λεονταρίου, τόπο καταγωγής του πατέρα του Σταματέλου, γνωστού κλεφταρματωλού της περιοχής. Στον ηρωικό πατέρα του όφειλε ο Νικηταράς την πρώτη του επαφή με τα όπλα, την πολεμική του πείρα όμως απέκτησε κοντά στον περίφημο κλέφτη του Μοριά Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη. Η ιδιαίτερη εκτίμηση που έτρεφε ο πρωτοκλέφτης εκείνος στις ικανότητες και στο χαρακτήρα του Νικηταρά φαίνεται από το γεγονός ότι τον πάντρεψε με την θυγατέρα του Αγγελίνα.
Μετά το διωγμό των κλεφτών από το Μοριά ο Νικηταράς ακολούθησε το θείο του Θ. Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα και εντάχθηκε διαδοχικά στα στρατιωτικά σώματα Ρώσων, Γάλλων και Άγγλων.
Το 1818 σε ταξίδι του στη Μάνη μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Η. Χρυσοσπάθη και παρέλαβε τη σκυτάλη του προσηλυτισμού. Στην αρχή μαζί με τον Αναγνωσταρά και στη συνέχεια με τον Δ. Κολιόπουλο (Πλαπούτα) διέτρεξαν το Μοριά και πραγματοποίησαν αθρόες μυήσεις νέων μελών. Η έντονη κινητικότητά τους όμως προκάλεσε τις υποψίες των Τούρκων, γι’ αυτό ο Νικηταράς αναγκάστηκε να αναχωρήσει εσπευσμένα για τα Ιόνια Νησιά.
Με την έκρηξη της Επανάστασης του 1821 ο Νικηταράς έδωσε δυναμικό παρόν στην πρώτη μεγάλη νικηφόρο επιχείρηση του Αγώνα, την απελευθέρωση της Καλαμάτας (22-23 Μαρτίου). Ύστερα και ενώ ο Κολοκοτρώνης με 300 Μανιάτες βάδιζε προς την Καρύταινα, ο Νικηταράς, ο Αναγνωστόπουλος και ο Παπαφλέσσας κινήθηκαν για τη στρατολόγηση ανδρών στις επαρχίες Λεονταρίου, Μυστρά και Τριπολιτσάς. Κοντά στο χωριό Πάπαρη, συγκρότησαν στρατόπεδο 3.000 ανδρών. Συγκινητική, όπως περιγράφεται στα απομνημονεύματα του Νικηταρά, ήταν η προσέλευση γυναικών που φέρνοντας προμήθειες για τους άνδρες με δάκρυα στα μάτια ασπάζονταν και καταφιλούσαν τις σημαίες και τα λάβαρα του Αγώνα. Η έξοδος όμως τουρκικού στρατού από την Τριπολιτσά – έσπευδε να ενισχύσει τους αποκλεισμένους στο κάστρο της Καρύταινας Τούρκους – έφερε την αποδυνάμωση του στρατοπέδου στο Πάπαρη. Η πολεμική απειρία και κυρίως η έλλειψη όπλων και πολεμοφοδίων είχε αναγκάσει τους άνδρες να εγκαταλείπουν μαζικά το στρατόπεδο. Σε σύσκεψη των Καπεταναίων στο Πάπαρη, παρουσία και του Θ. Κολοκοτρώνη, αποφασίστηκε τότε η ανασύνταξη των δυνάμεων του εκεί στρατοπέδου και η μετακίνησή του στο Βαλτέτσι. Ο ίδιος ο Γέρος του Μοριά αναχώρησε για την ανασύνταξη των δυνάμεων της επαρχίας Καρυταίνης (Κάμπου, Βουνών, Λιοδώρας  κτλ.) και κατάφερε να συγκροτήσει το διπλό στρατόπεδο Πιάνας – Χρυσοβιτσίου, ενώ είχε στην εποπτεία του κι εκείνο του Βαλτετσίου.
 Στις 24 Απριλίου 1821 δύναμη 9.000 τούρκων βγήκε από την Τριπολιτσά, επιτέθηκε στο Βαλτέτσι απώθησε τις εκεί ελληνικές δυνάμεις στα βόρεια του χωριού και κατέστρεψε τα ταμπούρια και τις όποιες άλλες εγκαταστάσεις του στρατοπέδου. Όταν όμως φάνηκαν από ψηλά να κατεβαίνουν ενισχύσεις από τα στρατόπεδα Χρυσοβιτσίου – Πιάνας, οι Τούρκοι υποχώρησαν. Κατά την υποχώρησή τους καταδιώχθηκαν από τους Έλληνες. Μπροστάρης στην καταδίωξη ο φτερωτός Νικηταράς που ξεφώνιζε με στεντόρεια φωνή «Γιατί φεύγετε Περσιάνοι! Σταθείτε να πολεμήσουμε!» ( πολλοί αγωνιστές ταύτιζαν τους Τούρκους με τον παλαιό εχθρό της Ελλάδας, τους Πέρσες). Η διάλυση του στρατοπέδου στο Βαλτέτσι δεν αποθάρρυνε τους Έλληνες. Αποφάσισαν να μην εγκαταλείψουν τη θέση, καθώς έλεγχε το δρόμο Τριπολιτσάς – Σινάνου (Μεγαλόπολη) – Καλαμάτας, αλλά να ξαναχτίσουν και να βελτιώσουν τα ταμπούρια τους και να αναζητήσουν μολύβι για τα βόλια τους. Το τελευταίο ανέλαβε να φέρει σε πέρας ο Νικηταράς. Με κάποιους από τους άνδρες του αναχώρησαν για το Άργος με σκοπό να ξεσκεπάσουν τα μολυβοσκέπαστα τζαμιά και να κουβαλήσουν το μολύβι στο Βαλτέτσι. Η αποστολή αυτή, αναγκαία βέβαια για τον εξοπλισμό του στρατεύματος, στέρησε από το Νικηταρά τη συμμετοχή στη μεγάλη μάχη και νίκη των Ελλήνων λίγες μέρες αργότερα (12 – 13 Μαΐου) στο Βαλτέτσι. Όμως ο θεός του πολέμου ετοίμαζε στεφάνι δόξας για κείνον στα Δολιανά.
Στις 17 Μαΐου, κατ’ εντολή του Θ. Κολοκοτρώνη, ο Νικηταράς με 100 άνδρες αναχώρησε για το Ναύπλιο με σκοπό να αναλάβει ως αρχηγός την πολιορκία του. Το βράδυ της ίδιας ημέρας, έχοντας παραλάβει 50 ακόμα άνδρες από το στρατόπεδο των Βερβαίνων, διανυκτέρευσε στα Δολιανά. Την επομένη και ενώ είχαν αναχωρήσει από το χωριό, κάτοικοι έτρεξαν να τους ειδοποιήσουν πως τουρκικός στρατός πλησίαζε – Ήταν ο Κεχαγιάς με 10 χιλ. άνδρες που έβγαινε από την Τριπολιτσά για να διαλύσει το στρατόπεδο των Βερβαίνων και να προχωρήσει εναντίον της επαρχίας του Μυστρά - Ο αδελφός του Νικηταρά, Νικόλαος, χολωμένος επειδή οι Δολιανίτες δεν τους έδωσαν το κρασί που ζήτησαν για το δρόμο τους , παρακινούσε το Νικηταρά να τους αγνοήσουν και του έλεγε «Πάμε στο δρόμο μας  κι ας μην αφήσουν οι Τούρκοι απ’ αυτούς ρουθούνι». Ο Νικηταράς όμως του απάντησε! «Όχι! Εγώ για Περσιάνους πάω εις το Ανάπλι γυρεύοντας και τώρα όπου τους ηύρα εδώ να τους αφήσω! Δεν το κάμνω». Επέστρεψαν στα Δολιανά και μαζί με Δολιανίτες και Αγιοπετρίτες ταμπουρώθηκαν σε 13 σπίτια του χωριού. Τμήμα της τουρκικής δύναμης προχώρησε προς το χωριό και άρχισε να σφυροκοπά με κανόνια τους οχυρωμένους Έλληνες. Καθώς όμως οι πόρτες των σπιτιών ήταν εσωτερικά χτισμένες με πέτρες, δεν μπορούσαν να κάμψουν την αντίστασή τους. Οι οχυρωμένοι μάλιστα κατάφεραν να σκοτώσουν τον Τούρκο αρχιπυροβολητή και ο εναντίον τους κανονιοβολισμός σταμάτησε. Εν τω μεταξύ οι ευρισκόμενοι στο στρατόπεδο των Βερβαίνων Έλληνες, που δέχτηκαν τον κύριο όγκο του στρατού του Κεχαγιάμπεη, μετά από πολύωρο αγώνα κατάφεραν να αποκρούσουν τους Τούρκους και να τους τρέψουν σε φυγή. Οι καταδιωκόμενοι πέρασαν έξω από τα Δολιανά συμπαρασύροντας στη φυγή  και τους Τούρκους που πολιορκούσαν τους αποκλεισμένους στα Δολιανά. Στην καταδίωξη των Τούρκων έμπαινε πλέον και ο Νικηταράς με τους άνδρες του κατακόπτοντας δεκάδες Τούρκους. Μετά την μάχη εκείνη του αποδόθηκε το προσωνύμιο Τουρκοφάγος. Η νίκη στα Βέρβαινα και Δολιανά συμπλήρωσε το θετικό αποτέλεσμα εκείνης στο Βαλτέτσι και επέτρεψε στους Έλληνες να κάνουν στενότερη την πολιορκία της Τριπολιτσάς.
Η παρουσία του Νικηταρά, το αμέσως επόμενο διάστημα, στην πολιορκία του Παλαμηδίου απέδωσε τους πρώτους καρπούς: οι έξοδοι των Τούρκων από το κάστρο και οι λεηλασίες στον αργολικό κάμπο σταμάτησαν. Κατ’ απαίτηση όμως της Πελοποννησιακής Γερουσίας – πολιτικού οργάνου που ελεγχόταν από τους προκρίτους – ο Νικηταράς θα αντικατασταθεί στην αρχηγία της πολιορκίας του Ναυπλίου από τον Κων/νο Μαυρομιχάλη. Ήταν κι αυτός ένας τρόπος για να πληγεί το δικό του προσωπικό γόητρο και κυρίως να περιοριστεί η επιρροή του θρυλικού θείου του στις εξελίξεις του Αγώνα.
Όμως το Νικηταρά δεν τον ενδιαφέρουν τίτλοι και αξιώματα. Προσηλωμένος στο όραμα της ελευθερίας θα είναι ανάμεσα στους Πελοποννήσιους οπλαρχηγούς που θα σπεύσουν να ενισχύσουν με τα στρατιωτικά τους σώματα τους οπλαρχηγούς της Ανατολικής Στερεάς στις συγκρούσεις τους με τον Ομέρ Βρυώνη και θα βάλουν φραγμό στην προσπάθειά του να διαβεί τα Μεγάλα Δερβένια της Μεγαρίδας και να περάσει στο Μοριά. Στην Τριπολιτσά  επέστρεψε ο Νικηταράς την επομένη της αλώσεώς της και ήταν από τους ελάχιστους που αρνήθηκαν λάφυρα. Έλαβε μέρος στα εκεί πολεμικά συμβούλια σχετικά με την πολιορκία του Ναυπλίου και αμέσως μετά ορίστηκε επικεφαλής στην επιχείρηση κατάληψης της πόλης, του Παλαμηδίου και των λοιπών οχυρωμάτων της. Παρά το γεγονός ότι η επιχείρηση είχε σχεδιαστεί πολύ προσεκτικά, απρόοπτες αντιξοότητες ματαίωσαν τη γενική έφοδο και οδήγησαν στην αποτυχία της. Το Ναύπλιο θα παρέμενε για έναν ακόμη χρόνο στα χέρια των Τούρκων.

Την άνοιξη του 1822 ο Νικηταράς ακολούθησε τον Δ. Υψηλάντη σε εκστρατεία στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Οι πολιτικοί αντίπαλοι του Δ. Υψηλάντη (Φαναριώτες και Πρόκριτοι) που κατάφεραν να κυριαρχήσουν στην Α’ Εθνοσυνέλευση, επιχείρησαν να σπείρουν ανάμεσα στους δύο άντρες την διχόνοια, για να εξουθενώσουν τον αποδυναμωμένο ήδη Δ. Υψηλάντη. Προσέκρουσαν όμως στον αγνό πατριωτισμό και των δύο και τα σχέδια τους ματαιώθηκαν Απέτυχαν επίσης να φέρουν τους δύο αυτούς αγωνιστές σε αντιπαράθεση με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, το μεγάλο οπλαρχηγό της Ρούμελης. Σε απόλυτη σύμπνοια πολέμησαν μαζί του στις μάχες αναχαίτισης της στρατιάς του Δράμαλη στην Υπάτη, τη Στυλίδα, την Αγία Μαρίνα Φθιώτιδας και αλλού. Μπορεί βέβαια να μην κατάφεραν να ανακόψουν την κάθοδο του Δράμαλη και την είσοδό του στο Μοριά, ήταν όμως έτοιμοι να συγκρουστούν και πάλι μαζί του, όπου κρινόταν απαραίτητο.
 Τις συνθήκες και τον τόπο αυτής της σύγκρουσης καθόρισε ο στρατηγικός νους της Επανάστασης, ο Θ. Κολοκοτρώνης. Αφού επάνδρωσε το κάστρο του Άργους με μικρή αλλά ισχυρή δύναμη, άφησε το Δράμαλη μετά την άφιξή του στην πόλη να το πολιορκεί για περισσότερες από δέκα ημέρες, έως ότου ο ίδιος προλάβει να συγκεντρώσει και τοποθετήσει τις ελληνικές δυνάμεις περιφερειακά του αργολικού κάμπου. Παράλληλα, για να εξαντλήσει τον τουρκικό στρατό από την έλλειψη τροφών, ανέθεσε στον οπλαρχηγό του Άργους Τσόκρη να πυρπολήσει τα σπαρτά. Όπως το είχε προβλέψει  και εν πολλοίς σχεδιάσει ο Θ. Κολοκοτρώνης, η  μόνη διέξοδος για το Δράμαλη ήταν πλέον η επιστροφή στην Κόρινθο. Πράγματι το πρωί της 26ης Ιουλίου 1822 παραταγμένος κατά φάλαγγες ξεκίνησε ο τουρκικός στρατός ακολουθώντας το δρόμο που είχε χρησιμοποιήσει και κατά την κάθοδό του, αυτόν που περνούσε από τα Δερβενάκια. Εκεί τους περίμενε ο Γέρος του Μοριά. Όταν μεγάλο μέρος του τουρκικού στρατού είχε εισχωρήσει στο στενότερο σημείο της διάβασης ανάμεσα στην Παναγόραχη και το Αγριλόβουνο, ο Θ. Κολοκοτρώνης έδωσε το σύνθημα της μάχης. Πολλοί Τούρκοι έπεσαν νεκροί και περισσότεροι σε κατάσταση σύγχυσης και πανικού στράφηκαν προς τη διάβαση του Αγίου Σώστη, ένα μονοπάτι στη δυτική πλαγιά του βουνού Τρίκορφου. Αρκετοί κατάφεραν να προχωρήσουν και να διαφύγουν προς τον κάμπο της Κουρτέσας, ώσπου στον Άγιο Σώστη έφτασαν, ειδοποιημένοι με ταχυδρόμο από τον Θ. Κολοκοτρώνη, ο Νικηταράς με τους άντρες του, οι Φλεσσαίοι και το σώμα του Δ. Υψηλάντη. Οι πύλες της κόλασης άνοιξαν τότε για τους Τούρκους, αφού ψηλότερα από τη βραχώδη πλαγιά τούς χτυπούσαν ο Νικηταράς και οι άλλοι, ενώ χαμηλότερα και απέναντι από την Παναγόραχη και τα γύρω χωματοβούνια τούς έριχναν οι άντρες του Α. Κολοκοτρώνη. «Ο βράχος, η λαγκαδιά έγινε ένα από τα κουφάρια» λέει ο ίδιος ο Νικηταράς στα απομνημονεύματά του και παρά το λακωνικό του λόγο αποτυπώνει άριστα το μέγεθος της καταστροφής των Τούρκων.
Ο Δράμαλης αναγκαζόταν πλέον να υποχωρήσει με το στράτευμα που του είχε απομείνει στην περιοχή της Τίρυνθας. Δύο μέρες αργότερα θα επιχειρούσε να περάσει και πάλι προς την Κόρινθο από την κλεισούρα του Αγιονορίου. Όμως και αυτήν την κίνησή του είχε προβλέψει ο Θ. Κολοκοτρώνης και στο συμβούλιο που έγινε στα Δερβενάκια έδωσε εντολή ο Νικηταράς να μεταβεί και πάλι στο Στεφάνι, οι Φλεσσαίοι με τον Δ. Υψηλάντη να πιάσουν το Αγιονόρι, ενώ οι υπόλοιποι καπεταναίοι άλλοι να παραμείνουν στα Δερβενάκια και άλλοι να πιάσουν τις ενδιάμεσες θέσεις.
Τα χαράματα της 28ης Ιουλίου ο Δράμαλης με το στρατό του έφθασε στο Μπερμπάτι (Πρόσυμνα) με σκοπό να προχωρήσει προς τη διάβαση του Αγιονορίου. Για να αποφύγει όμως την πλαγιοκόπηση των δυνάμεών του, όταν θα έμπαινε στην κλεισούρα, προτίμησε να στραφεί προς τα δυτικά λίγο χαμηλότερα από το Στεφάνι και να εξουδετερώσει τη μικρή ελληνική δύναμη που κατείχε το μέρος. Πράγματι ο Νικηταράς, γιατί αυτός είχε σταθεί εκεί, μπροστά στο πλήθος των εχθρών αναγκάστηκε να υποχωρήσει προς το Στεφάνι με αρκετές απώλειες. Αμέσως όμως και με κάθετη ταχύτατη πορεία πρόλαβε και κατέλαβε επίκαιρες θέσεις κοντά στο Αγιονόρι. Λίγο αργότερα, όταν οι φάλαγγες του Δράμαλη έφταναν στη διάβαση, δεν απέφυγαν τα διπλά πυρά του Νικηταρά από τα δυτικά, των Φλεσσαίων και του Δ. Υψηλάντη από τα ανατολικά. Με μεγάλες απώλειες οι Τούρκοι συνέχιζαν την πορεία τους ως τη στιγμή που κάποιος Έλληνας – η παράδοση θέλει να είναι ο ίδιος ο Νικηταράς – σημάδεψε και χτύπησε ένα μεγάλο φορτίο μπαρουτιού. Από την έκρηξη που ακολούθησε εκατοντάδες φορτωμένα ζώα (άλογα και καμήλες) αφηνίασαν, η σύγχυση γενικεύτηκε και η φθορά των Τούρκων πολλαπλασιάστηκε. Οι απώλειες θα ήταν μεγαλύτερες, αν οι περισσότεροι από τους Έλληνες δεν στρέφονταν τότε στα πλούσια λάφυρα.  Μόνον ο Νικηταράς με λίγους πιστούς άνδρες συνέχιζε την καταδίωξη . Έτσι ο Δράμαλης με αποδεκατισμένο το στρατό του κατάφερε να φτάσει στην Κόρινθο, όπου και πέθανε λίγους μήνες αργότερα. Τις νίκες των Ελλήνων στα Δερβενάκια, τον Άγιο Σώστη και το Αγιονόρι ο λαός τις έκανε τραγούδια. Παραθέτουμε εδώ κάποιο από τα λιγότερο γνωστά.
Τ’ έχεις καημένε κόρακα που σκούζεις και φωνάζεις; Να μη διψάς για αίματα, για τούρκικα κεφάλια; Στο Δερβενάκι πέρασε και σύρε στ’ Αγιονόρι, που είναι ο τόπος δυνατός και το κακό μπογάζι. Εκεί να πίνεις αίματα, να φας Τουρκών κεφάλια, που ο Νικήτας πολεμάει με τέσσερις πασάδες. Κι ο Δράμαλης εμίλησε και λέει του Νικήτα: «Κάμε νισάφ’ Νικηταρά και πάψε το σπαθί σου και μη χαλάτε την Τουρκιά, μπέηδες και πασάδες».
Ο Θ. Κολοκοτρώνης και ο Νικηταράς δίκαια θεωρήθηκαν οι κυριότεροι συντελεστές της τριπλής νίκης. Ο κόσμος επιφύλαξε θριαμβική υποδοχή στο Γέρο του Μοριά, όταν επέστρεψε στην Τριπολιτσά. Ενώ η κυβέρνηση με έγγραφο του αντιπροέδρου του εκτελεστικού, Θ. Κανακάρη αποκάλεσε το Νικηταρά «Αχιλλέα των νέων Ελλήνων».
Στον εμφύλιο πόλεμο (1823 – 1825) 0 Νικηταράς συντάχτηκε, όπως ήταν φυσικό με την μερίδα του Θ. Κολοκοτρώνη. Θερμός πατριώτης βέβαια και μετριοπαθής κατέβαλε ιδιαίτερες προσπάθειες συνδιαλλαγής και συμφιλίωσης του Γέρου του Μοριά με τους αντιπάλους του και κυρίως με τον Γ. Κουντουριώτη, όπως φαίνεται από την σωζόμενη πυκνή αλληλογραφία των τριών ανδρών. Όταν η αντιπαράθεση μετατράπηκε σε ένοπλη αναμέτρηση και τα Ρουμελιώτικα στρατεύματα μισθωμένα με τα χρήματα του δανείου εισέβαλαν στην Πελοπόννησο, ο Νικηταράς βρέθηκε στη θλιβερή θέση να συγκρουστεί με Στερεοελλαδίτες οπλαρχηγούς, συμπολεμιστές του παλιότερα στις μάχες κατά των Τούρκων. Μετά την παράδοση του Θ. Κολοκοτρώνη και την φυλάκισή του στην Ύδρα, ο Νικηταράς διέφυγε στο Μεσολόγγι, όπου ο οπλαρχηγός Δ. Μακρής εγγυήθηκε για την ασφάλειά του αρνούμενος να τον παραδώσει στην κυβέρνηση Κουντουριώτη.
 Κατά την παραμονή του στο Μεσολόγγι  - είχε εν τω μεταξύ αρχίσει η Β’ πολιορκία - ο Νικηταράς βοήθησε ιδιαίτερα στην οργάνωση της άμυνας της ιερής πόλης. Αυτό επιβεβαιώνεται από ευχαριστήρια επιστολή Μεσολογγιτών πατριωτών προς εκείνον. Επιστρέφοντας στο Μοριά (Αυγ. 1825) ο Νικηταράς θα τεθεί και πάλι υπό τις διαταγές του Θ. Κολοκοτρώνη, ο οποίος μετά την αποφυλάκισή του είχε αναλάβει ως αρχιστράτηγος των πελοποννησιακών δυνάμεων να σώσει το Μοριά και την Επανάσταση από τη λαίλαπα του Ιμπραήμ και των Τουρκοαιγυπτίων του. Ο Νικηταράς με τη γνωστή ενεργητικότητά του θα λάβει μέρος στις επιχειρήσεις παρενόχλησης και φθοράς των δυνάμεων του Ιμπραήμ στην Τριπολιτσά και την ευρύτερη περιοχή της καθώς και σε άλλες περιοχές του Μοριά. Στο διάστημα της απουσίας του Ιμπραήμ στο Μεσολόγγι και έως την πτώση της πόλης, πίσω στο Μοριά ο Νικηταράς συμμετείχε στον άοκνο αγώνα του Θ. Κολοκοτρώνη να κρατήσει σε ενότητα και ετοιμότητα τις πελοποννησιακές δυνάμεις. Τα αποτελέσματα του αγώνα αυτού φάνηκαν στις νίκες των Ελλήνων στη Βέργα (Μεσσηνία) και στο Μυστρά και ματαίωσαν την προσπάθεια του Ιμπραήμ το καλοκαίρι του 1826 να καταλάβει τη Μάνη, το «κατά τον νότον προπύργιο της ελευθερίας». Από τους βασικούς συντελεστές των επιτυχιών αυτών ήταν και ο Νικηταράς.
Το φθινόπωρο του 1826 βρήκε το Νικηταρά υπό τις διαταγές του Γ. Καραϊσκάκη. Οι έχθρες του εμφυλίου είχαν παραμεριστεί και ο Νικηταράς ακολούθησε το Ρουμελιώτη οπλαρχηγό στη Στερεά Ελλάδα και έλαβε μέρος στη νικηφόρο μάχη της Αράχοβας (Νοεμβ. 1826) και σε εκείνη του Φαλήρου (Απρ. 1827). Με την επιστροφή του στην Πελοπόννησο ο Νικηταράς θα διενεργήσει κατ’ εντολή και πάλι του Θ. Κολοκοτρώνη ευρεία στρατολόγηση στις επαρχίες Λεονταρίου, Μυστρά, Μεσσηνίας κτλ. για να συνεχιστεί ο αγώνας μέχρις εσχάτων κατά του Ιμπραήμ και να αποτραπεί το προσκύνημα. Η καταναυμάχηση του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο Ναβαρίνο (Οκτ. 1827) από τις ενωμένες ναυτικές μοίρες Ρώσων, Άγγλων και Γάλλων και η άφιξη του Ι. Καποδίστρια στην Ελλάδα (Ιαν. 1828), ως πρώτου κυβερνήτη, οδηγούσαν την επανάσταση του 1821 στην ευτυχή κατάληξή της.
Την περίοδο της βασιλείας του Όθωνα σκληρές και ποικίλες δοκιμασίες περίμεναν το Νικηταρά. Ενδεικτικά αναφέρουμε την άδικη φυλάκισή του για δήθεν συμμετοχή του σε συνωμοσία κατά του Όθωνα, καθώς και την παράνομη κράτησή του στις φυλακές της Αίγινας, και μετά την αθώωσή του. Με θαυμαστή αξιοπρέπεια και αξιοσημείωτη καρτερικότητα ο γενναιότερος των γενναίων «ο Αχιλλεύς των νέων Ελλήνων» υπέμεινε έως το θάνατό του (25 Σεπτεμβρίου 1849) τις διώξεις, τις καταδρομές της τύχης και τις ανεπανόρθωτες βλάβες της υγείας του. Το μόνο που αξίωσε από την ελληνική πολιτεία ήταν να ταφεί πλάι στο θείο και αρχιστράτηγό του, Θ. Κολοκοτρώνη.
Αγαθή Γρίβα

________________

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου