«Όταν αποφασίσαμε να κάμομε την Επανάσταση,
δεν εσυλλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα,
ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις,
ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε: «που πάτε εδώ να πολεμήσετε με
σιταροκάραβα βατσέλα»,
αλλά , ως μία βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία
της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί,
και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι,
μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό
και εκάμαμε την Επανάσταση».
«O Ιμπραΐμης μου επαράγγειλε μια φορά διατί δεν στέκω να πολεμήσωμεν (κατά μέτωπον). Εγώ του αποκρίθηκα, ας πάρη πεντακόσιους, χίλιους, και παίρνω και εγώ άλλους τόσους, και τότε πολεμούμε, ή αν θέλη ας έλθη και να μονομαχήσωμεν οι δύο. Αυτός δεν με αποκρίθηκε εις κανένα. Και αν ήθελε το δεχθή το έκαμνα με όλην την καρδιάν, διότι έλεγα αν χανόμουν, ας πήγαινα, αν τον χαλούσα, εγλύτωνα το έθνος μου».
Ο Κολοκοτρώνης έχων αγαθήν καρδίαν, πατριωτισμόν μέγαν, φρόνησιν μεγάλην, και δεν ηθέλησε ποτέ να εμβάψη τας χείρας του εις ανθρώπινον αίμα, αν και το εξωτερικό του ήτον άγριον και ο χαρακτήρ του ορμητικός, και όστις τον έβλεπε, τον εξελάμβανεν ως άνθρωπον άγριον και αιμοβόρον, και εντεύθεν ηπατήθησαν πολλοί.
Ήτο μεν αγράμματος, αλλ’ ευφυής, και ως επί το πλείστον ωμίλει δια παροιμιών και μύθων καταλλήλως εφαρμοζομένων εις την προκειμένην ομιλίαν. Ήτο σύννους πάντοτε, και τα στρατιωτικά σχέδιά του συνετά, ώστε ουδέποτε απέτυχον. Εγνώριζε να προφυλάττη τους στρατούς του από τους κινδύνους.
[ Θεόδωρος Ρηγόπουλος, γραμματικός του Πάνου Κολοκοτρώνη, «Απομνημονεύματα από των αρχών της Επαναστάσεως μέχρι του έτους 1881», Αθήνα, 1979].
Ο μακαρίτης Γέρο-Κολοκοτρώνης ήτο ευαπάτητος, και τον εγελούσε το μικρόν παιδίον, ήτο δε ευπροσήγορος και πολλάκις καταδέχετο να παίζει με παιδία. Εσυνήθιζε να παίζη την κοντζίναν και την μπέλλα-δόνα με δύο ή πέντε λεπτά, αλλά και παίζων ευκόλως ηπατάτο.
Ενδιεφέρετο δε να κερδίζη πάντοτε, και τα κερδιζόμενα λεπτά διετήρει ως κειμήλια. Φιλόδωρος δεν ήτο, αλλ’ ό,τι του έπαιρνέ τις δεν το εζήτει. Ήτο δε ευσταθούς χαρακτήρος και τιμίου, και ουδέποτε ανεκάλει ό,τι υπέσχετο, διό και οι Αλβανοί Τούρκοι τον έλεγον μπεσιλή, δηλαδή ετήρει τον λόγον και τον όρκον.
[ Θεόδωρος Ρηγόπουλος, γραμματικός του Πάνου Κολοκοτρώνη, «Απομνημονεύματα από των αρχών της Επαναστάσεως μέχρι του έτους 1881», Αθήνα, 1979].
Διαβάστε επίσης:
- Κολοκοτρώνης Θεόδωρος (1770-1843)
- Κολοκοτρώνης – Ο Λόγος του στην Πνύκα (1838)
- Κολοκοτρώνης Θεόδωρος – Φαλέζ
- Κολοκοτρώνης Κολίνος – Κωνσταντίνος (1810-1848)
- Κολοκοτρώνης Θ. Παναγιώτης (1836-1893)
- Η διαθήκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, 3 Μαΐου 1841
- Κολοκοτρώνης Ιωάννης ή Γενναίος (1805 -1868)
- Προσωπογραφίες: Κολοκοτρώνης Γενναίος
_______________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου